Η Άννα και ένα διαφορετικό οικογενειακό τραπέζι
Η ΑΝΝΑ ΚΑΙ ΕΝΑ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΤΡΑΠΕΖΙ
Η Άννα γεννήθηκε πριν από δεκατέσσερις χειμώνες. Ήταν ένας χειμώνας βαρύς, θυμούνται οι γονείς της, και η ημέρα που γεννήθηκε η Άννα λευκή από τα χιόνια και φωτεινή. Μετά από τις πολλές προσπάθειες και τις απογοητεύσεις , οι γονείς της ένιωθαν χαρούμενοι, θα μπορούσε να πει κανείς ευτυχισμένοι, που ένα πολύτιμο μωράκι τους κοιτούσε.
Η μαμά της Άννας ένιωθε πληρότητα, ήταν το μωρό που λαχταρούσε, η μελλοντική της φίλη, η αδελφή που ποτέ δεν είχε και που ήθελε πάντα να έχει. Και στον μπαμπά της Άννας έφερε μεγάλη χαρά το γεγονός ότι μεγάλωνε η οικογένεια τους, δούλευε πολύ, οι γονείς του έμεναν σε άλλη πόλη και ο αδελφός του ζούσε μόνιμα από δεκαοχτώ χρονών στην Αμερική και τον έβλεπε μόνο σε γιορτές.
Η Άννα μεγάλωνε σε ένα σπίτι με πολλή αγάπη, φροντίδα και προσοχή. Γονείς, παππούδες και φίλοι την είχαν σαν τη μικρή τους πριγκίπισσα και πριν ζητήσει κάτι, ήταν ήδη έτοιμο. Τα παιδικά της χρόνια κυλούσαν όμορφα και γλυκά μέσα σε αυτήν την προστασία, η Άννα «το μπιμπελό», αυτό ήταν το πείραγμα που της έκαναν και οι φίλες της, με μια μικρή δόση ζήλειας, γιατί τα δικά τους αδέλφια τις ταλαιπωρούσαν.
Όσο όμως τα χρόνια περνούσαν , αυτό που της ήταν άλλοτε οικείο και το ένιωθε τρυφερό, άρχισε να την πιέζει, χωρίς να καταλαβαίνει ακριβώς γιατί. Όλοι συνέχιζαν να είναι πάντα εκεί για την Άννα , αλλά εκείνη ένιωθε όλο και πιο μόνη και αδύναμη. Όταν πήγε στο Γυμνάσιο, οι δικοί της ήταν σίγουροι πως την περιμένει μια λαμπρή μαθητική πορεία, το ήθελε πολύ και η Άννα, αλλά συχνά δεν μπορούσε να νικήσει το άγχος που συνόδευε αυτήν την προσδοκία. Και τι παράδοξο! Μέσα σε αυτό το τόσο ιδανικό και δοτικό περιβάλλον, δεν ένιωθε να έχει κανέναν για να μοιραστεί το πόσο μπερδεμένη ένιωθε κάποιες φορές. Στο μεταξύ, άρχισε να βιώνει και τις αλλαγές στο σώμα της που την ξάφνιαζαν και έκαναν την ενηλικίωση να φαντάζει σαν μια σκληρή δοκιμασία.
Έπρεπε, λοιπόν, οπωσδήποτε να βρει μόνη της κάτι, για να αντλεί κουράγιο και θάρρος. Τότε ανακαλύπτει τον τρόπο: αποφασίζει να ακολουθεί αυστηρά όλους τους κανόνες της υγιεινής διατροφής και να φροντίζει το σώμα της, ώστε να γίνει δυνατό και ικανό να ανταπεξέλθει στις μελλοντικές προκλήσεις.
Ξεκινά να καταναλώνει κυρίως ωφέλιμες τροφές, χωρίς να υποκύπτει σε πειρασμούς βλαβερούς, ενώ η σωματική άσκηση γίνεται καθημερινό της πρόγραμμα, μετά το σχολείο. «Θα φάω λίγο, θα φάω θρεπτικά και θα ασκήσω το σώμα μου, ώστε να αναπτυχθεί όσο πιο αρμονικά γίνεται. Έτσι θα έχω το ιδανικό σώμα και πνεύμα».
Με αυτές τις σκέψεις οργανώνει η Άννα την καθημερινότητα της εδώ και δύο χρόνια. Και τώρα, στα τέλη του Γυμνασίου, οι γονείς της αρχίζουν πλέον να βλέπουν τις ιδιαίτερες διατροφικές συνήθειες της κόρης τους και το βάρος που φαίνεται να έχει χάσει και ανησυχούν, αναρωτιούνται για το πόσο συνετή και συγκροτημένη έφηβη είναι τελικά η Άννα.
Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, η φετινή χρονιά τούς φέρνει αντιμέτωπους με ένα διαφορετικό, οικογενειακό, γιορτινό τραπέζι. Ένα τραπέζι, όπως πάντα, με πολλά φαγητά , ποτά και γέλια για όλους, αλλά όχι για την Άννα. Η Άννα έχει πια απαγορέψει οριστικά στον εαυτό της την οποιαδήποτε παρασπονδία, ακόμα και σε αυτό το μοναδικό τραπέζι που όλοι το περιμένουν μια φορά τον χρόνο. Και επίσης, δεν συμμετέχει φέτος σχεδόν καθόλου σε καμιά συζήτηση, παρά μένει συνεχώς σκεπτική, με μια στεναχώρια κρυμμένη βαθιά στο βλέμμα της. Δεν χωρά πια αμφιβολία: κάτι αρκετά δυσάρεστο συμβαίνει στην Άννα.
*Την ιστορία της Άννας συνέθεσε, με μια εικόνα και με τα λόγια που την αφηγούνται, η ομάδα της Νέας Διάθεσης.